Ευλογημένο να ’ναι, ελιά, το χώμα που σε τρέφει,
κι ευλογημένο το νερό που πίνεις απ’ τα νέφη,
κι ευλογημένος τρεις φορές αυτός που σ’ έχει στείλει
για το λυχνάρι του φτωχού, για τ’ άγιου το καντήλι.
Δεν είσαι συ περήφανη σαν τ’ άλλα καρποφόρα,
που βιαστικά, ανυπόμονα, δεν βλέπουνε την ώρα
πότε με τ’ ανθολούλουδα τους κλώνους να σκεπάσουν
και με μια πρόσκαιρη ομορφιά τα μάτια να ξιπάσουν.
Εσύ ’σαι πάντα ταπεινή· πάντα δουλεύτρα, σκύβεις,
μ’ όλα τα πλούτη που κρατείς, μ’ όλο το βιο που κρύβεις.
Γι’ αυτό απ’ τα πρώτα νιάτα σου, που τα φιλούν οι ανέμοι,
ως τα βαθιά γεράματα, που το κορμί σου τρέμει,
και γέρνει κάθε σου κλαδί και κάθε παρακλάδι,
μέσα στον κούφιο σου κορμό δεν σου ’λειψε το λάδι.
Καλό κι ευλογημένο Μήνα σε όλους!
κι ευλογημένο το νερό που πίνεις απ’ τα νέφη,
κι ευλογημένος τρεις φορές αυτός που σ’ έχει στείλει
για το λυχνάρι του φτωχού, για τ’ άγιου το καντήλι.
Δεν είσαι συ περήφανη σαν τ’ άλλα καρποφόρα,
που βιαστικά, ανυπόμονα, δεν βλέπουνε την ώρα
πότε με τ’ ανθολούλουδα τους κλώνους να σκεπάσουν
και με μια πρόσκαιρη ομορφιά τα μάτια να ξιπάσουν.
Εσύ ’σαι πάντα ταπεινή· πάντα δουλεύτρα, σκύβεις,
μ’ όλα τα πλούτη που κρατείς, μ’ όλο το βιο που κρύβεις.
Γι’ αυτό απ’ τα πρώτα νιάτα σου, που τα φιλούν οι ανέμοι,
ως τα βαθιά γεράματα, που το κορμί σου τρέμει,
και γέρνει κάθε σου κλαδί και κάθε παρακλάδι,
μέσα στον κούφιο σου κορμό δεν σου ’λειψε το λάδι.
Καλό κι ευλογημένο Μήνα σε όλους!